Είναι πολύ δύσκολο να βρεις έναν άνθρωπο που η καρδιά του να μη θέλει να πετάξει σαν πουλί στον ουρανό, που να μη θέλει να φτάσει στα πιο μακρινά αστέρια, αν και ταυτόχρονα γνωρίζει πόσο βαθιά είναι δεμένος με τη γη. Ο διχασμός του είναι ότι από τη μία είναι προσκολλημένος πάνω στη φυλακή του κι από την άλλη, αυτό που λαχταράει βαθιά μέσα του είναι η ελευθερία.
Αυτή είναι η μεγαλύτερη αγωνία. Δεν μπορείς να αφήσεις όλα εκείνα που έχουν γίνει εμπόδια στη ζωή, επειδή αυτά τα ίδια είναι επίσης και οι χαρές σου. Έχεις προσκολληθεί πάνω σ’ αυτά, επειδή κατά κάποιον τρόπο τρέφουν την περηφάνια σου. Δεν μπορείς να τα αφήσεις, μα δεν μπορείς ούτε και να ξεχάοεις ότι εσύ δεν ανήκεις σε αυτόν τον κόσμο, ότι το σπίτι σου πρέπει να βρίσκεται κάπου αλλού, επειδή στα όνειρά σου πετάς – συνεχώς πετάς σε μακρινούς τόπους.
Κανένας δεν σου απαγορεύει να είσαι ελεύθερος, μπορείς να είσαι ελεύθερος αυτήν εδώ τη στιγμή. Εκείνες οι προσκολλήσεις όμως έχουν πάει πολύ βαθιά μέσα σου. Έχουν γίνει σχεδόν η ίδια σου η ύπαρξη. Μπορεί να σου φέρνουν μιζέρια και δυστυχία, σου φέρνουν όμως επίσης και στιγμές ευτυχίας. Μπορεί να αλυσοδένουν τα πόδια σου, σου δίνουν όμως επίσης και στιγμές χορού.
Αυτή είναι η σχιζοφρένεια τού ανθρώπου, ο διχασμός του ανθρώπου. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να ησυχάσει, δεν μπορεί να βρει γαλήνη. Κανένα ζώο δεν αισθάνεται αυτή την αγωνία. Όλα τα ζώα είναι απόλυτα ικανοποιημένα με αυτό που είναι. Ο άνθρωπος είναι το μοναδικό ζώο που αισθάνεται έλλειψη ικανοποίησης – επειδή γνωρίζει ότι μπορεί να ελευθερωθεί.